- λεμονιά
- Κοινή ονομασία του φυτικού είδους Citrus limon, της οικογένειας των ρουτιδών, της φυλής των κιτρίων. Πρόκειται για ένα μικρό, ύψους 3 έως 6 μ., δικοτυλήδονο, αειθαλές δέντρο, γνωστό για τους ωοειδείς κίτρινους καρπούς του, τα λεμόνια. Έχει κορμό με λείο, σκούρο γκρίζο φλοιό, στρογγυλοειδή κόμη με κανονική διακλάδωση, και ευλύγιστους και ακανθωτούς βλαστούς. Τα φύλλα του είναι δερματώδη, ωοειδή-προμήκη, ελαφρώς πριονωτά, και τα άνθη του λευκά, μοναχικά ή κατά μικρές μασχαλιαίες δέσμες. Οι καρποί είναι ωοειδείς ή προμήκεις ράγες, διαφόρων μορφών και μεγεθών, ανάλογα με την ποικιλία, αλλά με χαρακτηριστική επάκρια μαστοειδή θηλή· φέρουν κίτρινο περικάρπιο, πλούσιο σε αρωματικό αιθέριο έλαιο και όξινη και αρωματική σάρκα. Η λ. κατάγεται από την τροπική Ασία και καλλιεργείται στις θερμές παραμεσόγειες χώρες, στις ΗΠΑ, στη Νέα Ζηλανδία και στην Αυστραλία. Στην Ελλάδα καλλιεργείται σε θερμές και προστατευμένες από την παγωνιά περιοχές της Αργολίδας, της Κορινθίας, της Τροιζηνίας, της Χίου, των Κυκλάδων, της Καρύστου, της Αχαΐας, της Μεσσηνίας και της Κρήτης. Η πλουσιότερη παραγωγή λεμονιών είναι η χειμερινή· υπάρχουν όμως και ποικιλίες που ωριμάζουν καρπούς το καλοκαίρι και με κατάλληλη τεχνική της καλλιέργειας μπορεί ο κύκλος της παραγωγής να διευρυνθεί ολόκληρο το έτος. Οι κυριότερες από τις καλλιεργούμενες ποικιλίες είναι: η κοινή, με μέτριους, σχεδόν λείους καρπούς που αναπτύσσονται από τον Οκτώβριο έως τον Μάρτιο· η πολύφορη, που ανθίζει και παράγει καρπούς σχεδόν όλο τον χρόνο· της Καρύστου, με καρπούς μεγάλους που αναπτύσσονται από το τέλος Οκτωβρίου έως τον Μάρτιο· η αυλακωτή ή σκαραμαγκά, με μεγάλους καρπούς που φέρουν 8 έως 12 αυλακώσεις· η άσπερμη, που παράγει μέτριους και χωρίς σπόρους καρπούς· και, τέλος, η κιτρολεμονιά, με πολύ μεγάλους καρπούς, που έχουν παχύ, γλυκό, αρωματικό φλοιό κατάλληλο για γλυκό.
Από τις ξενικές ποικιλίες καλλιεργούνται στην Ελλάδα η πολύφορη εύρηκα, η lisbon, πολύ παραγωγική, με μέτριους καρπούς που αναπτύσσεται τον χειμώνα, και η villafranca, με μέτριους άσπερμους καρπούς, που αναπτύσσεται επίσης τον χειμώνα.
Ο χυμός του λεμονιού είναι δροσιστικός, στυπτικός και έχει ελαφρώς αντιμικροβιακή ενέργεια. Χρησιμοποιείται για την παρασκευή αναψυκτικών (όπως η λεμονάδα) και σιροπιών, για τοπικές απολυμάνσεις, όπως της στοματικής κοιλότητας με γαργάρες, και για άλλες χρήσεις.
Από τον φλοιό του λεμονιού εξάγεται το λεμονέλαιο, αιθέριο έλαιο με κίτρινο χρώμα, που χρησιμοποιείται στην ποτοποιία, στη ζαχαροπλαστική και στην παρασκευή κολόνιας. Από τα κατώτερης ποιότητας και μη εμπορεύσιμα λεμόνια εξάγεται το κιτρικό οξύ. Στη μαγειρική, ο φλοιός και ο χυμός του λεμονιού χρησιμεύει για τον αρωματισμό πολλών τροφών και σαλτσών, ενώ από τα άνθη και το λεμόνι παρασκευάζονται γλυκά του κουταλιού.
Ώριμος καρπός λεμονιάς.
Άνθος και μπουμπούκια λεμονιάς.
* * *και λεϊμονιά και λεμονέα, ηκοινή ονομασία τού είδους αείφυλλων φυτών Citrus limon τού γένους κίτρο, που ανήκει στα εσπεριδοειδή.[ΕΤΥΜΟΛ. Ο τ. λεμονέα < λεμόνι + κατάλ. -έα. Ο τ. λεμον-ιά < λεμον-έα, με συνίζηση].
Dictionary of Greek. 2013.